Home » , » 100 χρόνια απο την Ελληνική κατακτηση της Μακεδονιίας

100 χρόνια απο την Ελληνική κατακτηση της Μακεδονιίας

Από ΒΑΘΥ ΚΟΚΚΙΝΟ , Τετάρτη 17 Οκτωβρίου 2012 | 11:03 π.μ.

ΜΕΡΟΣ 2ο

Παύλος Μελάς: Μύθος και Πραγματικότητα.

Η ΕΠΙΣΗΜΗ ΕΚΔΟΧΗ

 Ο Παύλος Μελάς (29 Μαρτίου 1870 – 13 Οκτωβρίου 1904), γεννήθηκε στη Μασσαλία της Γαλλίας. Η καταγωγή της οικογένειάς του ήταν από τη Βόρεια Ήπειρο. Μετά τη μετακίνηση της οικογένειας στην Αθήνα, σπούδασε στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων απ' όπου αποφοίτησε ως ανθυπολοχαγός του πυροβολικού το 1891. Το 1892 πήρε γυναίκα του τη Ναταλία, κόρη του Μακεδόνα Στέφανου Δραγούμη, η οποία του στάθηκε εξαίρετη σύντροφος και συνεργάτιδα. Φέροντας τύψεις για την έκβαση του πολέμου του 1897 συμμετείχε από τους πρώτους στο ιδρυθέν το 1900 Μακεδονικό κομιτάτο για την εμψύχωση του απογοητευμένου ελληνικού πληθυσμού της Μακεδονίας και σε αντίδραση στη δράση των Βουλγάρων κομιτατζήδων. Έτσι από τον Φεβρουάριο του 1904 ο Παύλος Μελάς έσπευσε με άλλους τρεις αξιωματικούς, τους Α. Κοντούλη, Α. Παπούλα και Γ. Κολοκοτρώνη, προς επιτόπια μελέτη της κατάστασης. Αποτυγχάνοντας σε εκείνη την πρώτη προσπάθεια, επανήλθε τον Ιούλιο του ίδιου έτους οπότε και εισήλθε στη Μακεδονία ως ζωέμπορος με το όνομα "Πέτρος Δέδες". Μετά 20ήμερη παραμονή συναντήθηκε με τον Λάμπρο Κορομηλά στη Θεσσαλονίκη ανταλλάσσοντας σκέψεις για ανάληψη επιχειρήσεων και στη συνέχεια επέστρεψε στην Αθήνα.

Στις 18 Αυγούστου όταν όλα ήταν έτοιμα κατά το σχέδιο ο Παύλος Μελάς με το επιχειρησιακό όνομα Καπετάν Μίκης Ζέζας, επικεφαλής σώματος εκ 35 μόλις ανδρών, που το αποτελούσαν Μακεδόνες, Μανιάτες και Κρητικοί, ανέλαβε την αρχηγία του Μακεδονικού αγώνα ενάντια στους Βούλγαρους και εισήλθε ένοπλα στα Μακεδονικά εδάφη με την εντολή να ασκεί καθήκοντα αρχηγού και στις μικρότερες ομάδες που δρούσαν εν τω μεταξύ στη περιφέρειες Μοναστηρίου και Καστοριάς. Πληροφορηθέντες οι Τούρκοι από διάφορους καταδότες περί της εισόδου και της δράσης του Παύλου Μελά έθεσαν προς καταδίωξή του πολυάριθμο τουρκικό απόσπασμα. Παρά τις συνεχείς διώξεις του Οθωμανικού στρατού ο Παύλος Μελάς άρχισε ν΄ αποδεκατίζει τις βουλγαρικές ομάδες με βάση τα χωριά Λιγκοβάνη και Λίχυβο. Όμως στις 13 Οκτωβρίου 1904 βρισκόμενος στα Στάτιστα και προδομένος από την βουλγάρικη συμμορία του Μήτρου Βλάχου περικυκλώθηκε από Τουρκικό απόσπασμα 150 ανδρών. Μετά από δίωρη λυσσαλέα μάχη διέταξε αιφνίδια έξοδο τεθείς επικεφαλής των ανδρών του. Στην επιχείρηση αυτή τραυματίσθηκε θανάσιμα στην οσφυϊκή χώρα και πέθανε μετά από μισή ώρα στα χέρια του φίλου του, Γεώργιο Στρατινάκη. Η τελευταία του φράση πριν ξεψυχήσει ήταν:[1] "Βούλγαρος να μη μείνει"
  
Μετά το θάνατο του η δράση των Ελληνικών δυνάμεων έγινε πιο έντονη, περιορίζοντας τη δράση των Βούλγαρων κομιτατζήδων, και επιτυγχάνοντας την ένωση Δυτικής και Κεντρικής Μακεδονίας με την Ελλάδα.

Ο ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ:
ΤΙ ΕΚΑΝΕ ΣΤΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ Ο ΠΑΥΛΟΣ ΜΕΛΑΣ;


Όπως έχουμε καταγράψει και στο 1ο μέρος του αφιερώματος μας, το Μάιο του 1903, ο Π.Μελάς λαμβάνει επιστολή από το μητροπολίτη Καστοριάς Καραβαγγέλη με την οποία του ζητούσε την αποστολή ομάδας Ελλήνων μισθοφόρων για να χτυπήσει τα εξαρχικά χωριά της περιοχής του. Ο Π.Μελάς απευθύνεται στο Σφακιανό ανθυπολοχαγό Γ.Τσόντο (καπετάν Βάρδα)  και αυτός στρατολογεί 10 γνωστούς Κρητικούς παλικαράδες, τους οποίους πληρώνει η κόμισα Λουΐζα Ριανκούρ. Αυτοί μπαίνουν στις διαταγές του Βαγγέλη Γεωργίου ή Στρεμπενιώτη, παλιού μέλους του ΒΜΡΟ που εξαγοράστηκε από το Καραβαγγέλη, έγινε αρχηγός της σωματοφυλακής του και είχε άδεια από τις Οθωμανικές αρχές να κυνηγά τους κομίτες. Ο Καραβαγγέλης επικεφαλής ενός σώματος που το απαρτίζουν Τουρκαλβανοί στρατιώτες, γκραικομάνοι, αρβανίτες και Κρητικοί μισθοφόροι, μπαίνει στα εξαρχικά χωρία και με την τρομοκρατία απαιτεί να λειτουργήσει.  Δίνει μάχες με επαναστατικές ομάδες, στρατολογεί ληστές για να τρομοκρατούν εξαρχικούς. Μάλιστα, οι Κρητικοί μισθοφόροι του Καραβαγγέλη θα συνεργαστούν με τον Οθωμανικό στρατό για να χτυπήσουν τους Μακεδόνες επαναστάτες στο εξαρχικό χωριό Κόσινετς.

Καθώς η ελληνική πολιτική ηγεσία πρέπει να πάρει αποφάσεις στρατηγικού και τακτικού χαρακτήρα, και ενώ οι εθνικιστικοί κύκλοι (Μελάδες, Δραγούμηδες, αδελφοί Πολίτου, Ρακτιβάν, Λάμπρος, Δέλλιος, Μαύρος, Μάτεσης, Βαρατάσης) πίεζαν για εμπλοκή της Ελλάδας στο «Μακεδονικό», με μυστική αποστολή ένοπλων μισθοφορικών τμημάτων που θα χτυπούσαν και θα τρομοκρατούσαν τους εξαρχικούς και ρομανίζοντες πληθυσμούς, η κυβέρνηση Θεοτόκη αποφασίζει την συγκρότηση μιας ομάδας ενόπλων με επικεφαλής Έλληνες αξιωματικούς, που ήταν απόρρητο μυστικό. Με εντολή του ΥΠΕΞ Ρωμανού, αρχηγός της αποστολής ανέλαβε ο λοχαγός Α.Κοντούλης, τον οποίο συνόδευσαν οι Α.Παπούλας, Γ.Κολοκοτρώνης και Π.Μελάς.

Μια βδομάδα θα χρειαστεί για να περάσει τα σύνορα το ελληνικό σώμα. Έξω από τα επιτελικά γραφεία τους, οι αξιωματικοί είναι όπως το ψάρι στη στεριά. Η αποστολή οδηγείται από τον Κώτα, εξαγορασμένο από τον Καραβαγγέλη πρώην μέλος της ΒΜΡΟ, επιχειρεί να εξαγοράσει του αγρότες μοιράζοντας χρήματα αφειδώς και ο Π.Μελάς εξηγεί τη θέση της ελληνικής κυβέρνησης ως προς την Οθωμανική Αυτοκρατορία: «Λέγομεν ότι δεν θέλομεν επανάστασιν»!

Ο Μελάς παθαίνει σοκ όταν συνειδητοποιεί ότι οι γυναίκες στα χωριά δε μιλούν ελληνικά. Ο δάσκαλος στο χωριό Ρούλια, για να ευχαριστήσει τους αξιωματικούς βάζει τα παιδιά να πουν ένα ελληνικό τραγούδι, αλλά «δεν εννοήσαμε» γράφει ο Μελάς «αν η γλώσσα ήτον μακεδονική ή η ελληνική»! Μάλιστα, προσπαθεί να μάθει λίγα μακεδονικά για να μιλήσει στους κατοίκους! Η εθνικιστική προπαγάνδα δέχεται ισχυρό πλήγμα από τα γραφόμενα του Μελά για τον επαναστάτη Γιάγκωφ από το χωριό Ζαγκορίτσανη, στον οποίο αναφέρεται με δέος καθώς παραδέχεται ότι «ο Γιάγκωφ έχει φαρμακώσει τη συνείδηση των κατοίκων της περιοχής με τη διδασκαλία ότι οι Μακεδόνες αποτελούν ένα σύνολον χωριστόν από όλα τα άλλα έθνη»!

Οι τέσσερις αξιωματικοί διχάζονται. Κοντούλης και Μελάς πιστεύουν ότι πρέπει να συγκροτηθούν μισθοφορικές ομάδες που θα σχηματιστούν στη Μακεδονία, ενώ οι Παπούλας και Κολοκοτρώνης υποστήριζαν την άποψη ότι «πρέπει να έρθουν σώματα ισχυρά από την Ελλάδα για να χτυπήσουν». Καταλήγουν στην πρόταση ότι ο αγώνας κατά των εξαρχικών Μακεδόνων πρέπει να στηριχθεί κυρίως σε πατριαρχικούς μισθοφόρους, ενώ όπλα, πυρομαχικά, χρήματα και επικουρικά ορισμένες επίλεκτες δυνάμεις θα έρχονταν από την Ελλάδα.

Μετά το θάνατο των Στρεμπενιώτη και τη σύλληψη του Κώτα, το ελληνικό κράτος χάνει στη Δυτική Μακεδονία τους δύο οπλαρχηγούς μισθοφόρους και η κυβέρνηση Θεοτόκη αποφασίζει να συγκροτήσει μικρά ένοπλα σώματα από Παλαιοελλαδίτες και Κρητικούς μισθοφόρους υπό την ηγεσία αξιωματικών ή υπαξιωματικών, με κολαούζους (οδηγούς) γηγενείς γραικομάνους. Για να μην έρθει σε ρήξη με την Οθωμανική Αυτοκρατορία παραχωρεί τη διεύθυνση των επιχειρήσεων στο παρακρατικό Μακεδονικό Κομιτάτο της Αθήνας, με πρόεδρο το Δ.Καλαποθάκη, ιδιοκτήτη της εφημερίδας «ΕΜΠΡΟΣ». Την πρώτη ομάδα οδηγεί ο Θ.Καούδης και τη δεύτερη ο Π.Μελάς. Αποστολή τους να τρομοκρατήσουν τα ορεινά μακεδονικά χωριά μεταξύ Καστοριάς και Φλώρινας, χτυπώντας το οργανωμένο μακεδονικό αυτονομιστικό κίνημα. Ακολουθούν μια πορεία γεμάτη «αίμα» καθώς το δίλημμα που θέτουν είναι «υποταγή ή θάνατος», ενώ το σώμα του Καούδη θα συνεργαστεί με τουρκικό στρατιωτικό απόσπασμα ενάντια στους Μακεδόνες επαναστάτες. Ο Έλληνας πρόξενος του Μοναστηρίου ενημερώνει την κυβέρνηση για την προθυμία των Μακεδόνων χωρικών να υποστηρίξουν τις επαναστατικές αυτονομιστικές αντάρτικες ομάδες κατά των Ελληνικών συμμοριών!

Όμως ο Π.Μελάς, γόνος και γαμπρός δύο κοινωνικοοικονομικά και πολιτικά ισχυρών οικογενειών, που καθοδηγούσαν το εθνικιστικό κίνημα, και ταυτόχρονα, αξιωματικός καριέρας, αναλαμβάνει την αρχηγία του ελληνικού συμμοριακού αγώνα στη Μακεδονία, που όμως συναισθηματικά εξαρτημένος από το οικογενειακό του περιβάλλον, καλοζωισμένος και αγύμναστος δανδής, δε μπορεί να φέρει εις πέρας. Την Τετάρτη 25 Αυγούστου στέλνει γράμμα στη σύζυγο του: «Εγώ σε ομολογώ ότι ουδέποτε έδιδα μεγάλην σημασίαν εις την επιχείρησιν αυτήν, αλλά μάλλον ως απεγνωσμένον κίνημα την εθεωρούν, και δι’ αυτό φοβούμαι και τόσον. Τώρα όμως το επήρα φοβερά επάνω μου και θεωρώ τον εαυτόν μου πολύ σπουδαίον άνθρωπον»! Επίσης, ο Γ.Καραβίτης περιγράφει στα απομνημονεύματα του την εντύπωση που έκανε η ομιλία του Μελά στους μοναχούς: «Παρά τας περί πατρίδος θεωρίας του αρχηγού μας, οι καλόγεροι εθεωρούν ως αστείους τους λόγους του τούτους και μας εξελάμβανον ως ληστρικήν συμμορίαν».

Οι δυσκολίες είναι μεγάλες και η συμπεριφορά του ντόπιου πληθυσμού διακρίνεται από αδιαφορία και εχθρότητα. Σε πολλές περιπτώσεις οι συμμορίτες του Μελά απαγάγουν βοσκούς και τους χρησιμοποιούν ως οδηγούς, ενώ επειδή φοβούνται την προδοσία, κρατούν ομήρους. Τελικά, η αποστασία θα έρθει από το ληστή Θανάση Βάγια, κολαούζο που είχε προσλάβει ο Μελάς, ο οποίος λιποτάκτησε παίρνοντας μαζί του και τον οπλισμό που του είχαν δώσει. Φτάνοντας στα Γρεβενά τους κατέδωσε στις Οθωμανικές αρχές.

Η απογοήτευση κυριεύει το Μελά: «είμαι περίλυπος έως θανάτου», γράφει τριγυρίζοντας άσκοπα στην Σαμαρίνα. Οι άνδρες του λυπόνται τον αρχηγό τους και φοβούνται: «Ο αρχηγός μας σύρει μετά δυσκολίας τους πόδας του και η δυσκινησία του αυτή είναι κάτι το αποκαρδιωτικό. Αν μας μπλέξη κάπου απόσπασμα, είμεθα καταδικασμένοι να χαθούμε όλοι αδόξως».
 Ο Καραβίτης, οργισμένος στρέφει το όπλο του κατά των Βλάχων και απειλώντας τους φωνάζει; «Πες μου, βρε σκυλί, τι είσθε και αν υπάρχουν Έλληνες σ’ αυτόν τον τόπο; Είχα γίνει πλέον έξω φρενών, συνεχίζει, διότι ενώ εκίνησα για να σκοτωθώ χάριν των Ελλήνων της Μακεδονίας, τώρα όπου και να παρουσιαζόμουν ήθελαν να με ξεκάνουν ή να με προδώσουν». Και συνεχίζει: «Συνέβη ώστε να βαδίζουμε δέκα ημέρας εντός ελληνοφώνου ζώνης και να μην κατορθώνουμε να ιδούμε έναν χριστιανό φίλο…».

Στο χωριό Κοσταράτζα μαθαίνουν για την έναρξη της δράσης της συμμορίας Καούδη στα Κορέτσια και τον άγριο ξυλοδαρμό δύο Μακεδόνων αυτονομιστών, ενώ καθώς πλησιάζει η ώρα διεξαγωγής της τρομοκρατικής επιχείρησης του Μελά, γράφει στη γυναίκα του: «Τρέμω και συγκινούμαι σκεπτόμενος ότι εγώ, ο οποίος ουδέ μύγαν εσκεμμένως εσκότωσα ποτέ, από αύριον θα φονεύσω, θα δολοφονήσω ίσως και ανθρώπους ακόμη, τρέμω, αλλ΄ ανυπομονώ να το κάμω». Το βάρος του αίματος είναι δυσβάστακτο: «Ελησμόνησα όλον το ωραίον και το υψηλόν και το ευγενές μέρος της αποστολής μου, και έβλεπα μόνον φόνους άγριους, δολίους, ερήμωσιν οικογενειών, απελπισίαν γονέων, τέκνων, αδελφών»!

Σε λίγες μέρες τα αισχρά λόγια γίνονται αισχρές πράξεις και ο Μελάς πραγματοποιεί τη πρώτη του επιχείρηση, τη δολοφονία τριών Μακεδόνων επαναστατών από το χωριό Σρέμπρενο. Ο Μελάς δε μπορεί να αντέξει τη δίψα των μισθοφόρων του για αίμα, αλλά και την προσωπική του υποκρισία. Γρήγορα όμως το ξεπερνά. Ο ίδιος πρωταγωνιστεί στην τρομοκρατική επίθεση κατά των κατοίκων στο Σρέμπρενο. Όπως ομολογεί, τους απευθύνεται με πάθος φοβερό και ειλικρινές, κάνει ότι είναι δυνατόν για να τον τρέμουν και να τον φοβούνται, απαιτώντας εντός 10 ημερών επιτροπή να μεταβεί εις τη Μητρόπολη και να δηλώσει υποταγή στο Καραβαγγέλη. Η εγκληματική δράση της συμμορίας του συνεχίζεται στην Πρεκοπάνα. Στόχος της τρομοκρατίας είναι να ορκιστούν οι χωριάτες «πίστιν και αφοσίωσιν εις την ορθοδοξίαν και δεύτερον να κάμωσι τοιαύτην αναφοράν εις τον Καϊμακάμη και εις τον Μητροπολίτην.  Φεύγοντας από το χωριό παίρνουν αιχμαλώτους τον εξαρχικό παπά και δάσκαλο, τους οποίους εκτελούν. Όμως ο Μελάς έχει τύψεις συνειδήσεως: «Καθ’ όλον το διάστημα περιπατούσα ως μεθυσμένος, έκλαια σχεδόν διαρκώς», θα γράψει σχετικά στη γυναίκα του.

Το δρομολόγιο του τρόμου συνεχίζεται: Μπελκαμένη, Νέρεντ. Αξίζει να δει κανείς πως ο ίδιος ο Μελάς καταγράφει την συμπεριφορά του ντόπιου πληθυσμού. Το χειρότερο όμως σημειώνει είναι ότι «ειδοποιούν τα υποψήφια θύματα να κρυφτούν, όπως τούτο συνέβη εσχάτως εις την Νεγοβάνην και το Λέσκοβιτς, όπου μας εκράτησαν αδίκως 4 ημέρας και τέλος μας εγέλασαν. Τούτο επισημαίνει και ο Πρόξενος Μοναστηρίου Καλλέργης σε επιστολή του στον Έλληνα Υπουργό Εξωτερικών «ένα γεγονός επίσης άξιον ιδιαιτέρας προσοχής και λίαν δυσάρεστον για τα ελληνικά συμφέροντα είναι η προθυμία που δείχνουν οι Μακεδόνες χωρικοί να υποστηρίξουν τις επαναστατικές αυτονομίστικες αντάρτικες ομάδες κατά των Ελληνικών συμμοριών».[…] Ο Μακεδονικός πληθυσμός δεν ανέχεται τους Έλληνας αντάρτας»!

Επίσης, ο πρόξενος Καλλέργης αποκαλύπτει την σημαντική πληροφορία ότι ο Π.Μελάς υπογράφοντας με το ψευδώνυμο του «Τζέτζας», ενημέρωσε με επιστολή του τον Καϊμακάμη Φλωρίνης ότι «αι Ελληνικαί συμμορίαι σκοπόν έχουσι να προστατεύσωσι τα ορθόδοξα χωρία» και ότι «δεν θέλουσιν ενοχλήση ούτε τους Οθωμανούς κατοίκους ούτε τον Αυτοκρατορικόν Τουρκικόν στρατόν». Η εμπιστοσύνη εξάλλου του Π.Μελά στην αδράνεια του Οθωμανικού στρατού έναντι των ελληνικών συμμοριών θα αποτελέσει και μια από τις βασικές αιτίες του θανάτου του, που κατά τα φαινόμενα προήλθε από ένα  μισθοφόρο της ομάδας του, τον Λάκη Πύρζα. Όπως θυμίζει ο Τ.Κύρου που άκουσε τη διήγηση του Χατζητάση ¨πήρε την τσάντα του αρχηγού, άφησε τον αγώνα και εξαφανίστηκε, παρουσιάστηκε το άλλο καλοκαίρι στη Μακεδονία». Η τσάντα περιείχε μια περιουσία λίρες…

Ο Θάνατος του Π.Μελά έδωσε τεράστια ώθηση στον ελληνικό αντιμακεδονικό αγώνα, που ως πιο σημαντική ηγετική προσωπικότητα ανέδειξε τον Κρητικό Ανθυπολοχαγό Γιώργο Τσόντο (Βάρδα), που σημαδεύτηκε και από μεγάλα εγκλήματα όπως η σφαγή στη Ζαγκορίστανη.
Όπως πολύ σωστά επισημαίνει ο Δ.Λιθοξόου «σήμερα τα ελληνόπουλα εξακολουθούν να διδάσκονται, όπως και οι γονείς τους, για το μάρτυρα Π.Μελά. Στη Σιάτιστα όμως, οι γέροι Μακεδόνες αγρότες μιλούν, ακόμα ψιθυριστά, για το φόνο από τους δικούς του και τις χαμένες λίρες…»

ANTIΠΟΛΕΜΙΚΗ ΔΙΕΘΝΙΣΤΙΚΗ ΚΙΝΗΣΗ
ΤΗΛ. ΕΠΙΚ. 6932955437
Diktiospartakos.blogspot.com
Μοιράσου το :

+ σχόλια + 3 σχόλια

Ανώνυμος
17 Οκτωβρίου 2012 στις 2:36 μ.μ.

αυτό το κειμενο τι προσπαθει να αποδείξει;
η ιστορία είναι επιστήμη και οχι κουτσομπολιό.
και για τον γράφοντα αυτό το κειμενο , είναι άλλη η Σιάτιστα που βρίσκεται στην Κοζάνη και αλλα τα Στάτιστα που βρισκονται στην Καστοριά.

Ανώνυμος
17 Οκτωβρίου 2012 στις 3:41 μ.μ.

Σύντροφοι,χωρίς παρεξήγηση,αλλά είχα καιρό να μπω και διαπιστώνω ότι λείπει η πένα του τσαοαντένα. Γιατί; Η απουσία είναι μεγάλη και λυπάμαι που το λέω,αλλά κανένας δεν μπορεί να την καλύψει στην ελληνική αριστερά. Η ποιότητα και η ποσότητα της δουλειάς ήταν για εμένα πολλές σκάλες πάνω από αυτά που τώρα διαβάζω στο σάιτ σας ή σε άλλα σάιτ.Μην το πάρετε προσωπικά,αλλά κάντε κάτι για να επανέλθει, εκτός και αν έχετε τσακωθεί και δεν το ξέρω,ή αν γράφει κάπου αλλού και δεν το πήρα είδηση

17 Οκτωβρίου 2012 στις 5:11 μ.μ.

Το μακεδονικό ζήτημα είναι άλλη μία πληγή της ελληνικής ιστορίας. Με αφορμή τον εμφύλιο και την ήττα των ανταρτών, η καθοδηγούμενη ιστοριογραφία ανέδειξε το μακεδονικό ζήτημα για να επενδύσει στο θέμα των "εαμοβούλγαρων". Από την άλλη, η απολογούμενη αριστερά, ποτέ δεν τόλμησε να υποστηρίξει τη θέση της Διεθνούς για ανεξαρτησία της Μακεδονίας (τότε) και σταμάτημα της σφαγής. Η Διεθνής είχε δίκιο και η ποσόστωση των μειονοτήτων σε ολόκληρη τη Μακεδονία, δικαίωνε την απόφασή της.
Μετά, βέβαια, τους βαλκανικούς πολέμους και την ανταλλαγή των πληθυσμών με τις συνθήκες που τερμάτισαν τον Αο παγκόσμιο και ξαναμοίρασαν την Ευρώπη, δίνεται λύση στο μακεδονικό ζήτημα με βίαιο τρόπο. Υπήρξε, όμως, μια λύση που δημιούργησε νέο τοπίο στον μακεδονικό χώρο. Δεν θα υπάρξει πλέον εξαρχική μειονότητα, όπως και μουσουλμανική (μετά τη συνθήκη της Λοζάνης). Οι Έλληνες ιστοριογράφοι δεν θα έπρεπε να φοβούνται να αποκαλύψουν όλη την αλήθεια για εκείνη την περίοδο. Δεν τίθεται, πλέον, θέμα "μακεδονικής" μειονότητας όσο και αν φωνάζουν ορισμένοι. Βέβαια, το ζήτημα της ονομασίας μεταφέρεται σε άλλο τομέα συζήτησης που λίγο - πολύ είναι γνωστός. Το πρόβλημα δεν είναι το όνομα αλλά ο αλυτρωτισμός.
Το άρθρο είναι πολύ ενδιαφέρον αλλά έχει ένα πρόβλημα. Όταν αναφερόμαστε στις πηγές στην Ιστορία πρέπει να τις δίνουμε στον αναγνώστη, διαφορετικά κανείς δεν θα σε πιστέψει. Καλό θα ήταν να γίνει μια πιο συστηματική επεξεργασία του.

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © ΒΑΘΥ ΚΟΚΚΙΝΟ
Powered by Blogger